Kαλοκαίρι περπατημένο και ζέστα μπόλικη.
Ισχυρά μελτέμια, παιδιά της τραμουντάνας, φρόντιζαν να καταλαγιάζουν τις υψηλές θερμοκρασίες σε ανεκτά για την εποχή επίπεδα.
Οι παραθεριστές απολάμβαναν την θάλασσα εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο με κάθε δυνατό τρόπο.
Απ’ το πρωινό τους μπάνιο στα κρυστάλλινα γαληνεμένα νερά και την μεσημβρινή μάσα και βόλτα πλατσουρίζοντας στο κυμοθάλασσο, ως το απογευματινό κολύμπι στο ηλιοβασίλεμα και τον περίπατο στην ακρογιαλιά. Ως εκεί όλα έβαιναν καλώς.
Μόλις όμως σουρούπωνε κι έπαιρνε να μοιάζει ο κόρφος ο αρτεμησιακός χαρτι να γράψεις θαρρείς απάνω του και λαδιά πυροφανατζίδικη, ο κόσμος όλος κι ο ντουνιάς σεληνιαζότανε και το σκηνικό άλλαζε.