Σηκιός ή Παντελής

Ο κοινός μας Σηκιός ή Παντελής ή Οσκιός (Sciaena umbra). Λανθασμένα αναφέρεται σαν μυλοκόπι, αφού αυτό πρόκειται για στενό συγγενή του, με αρκετές ομοιότητες αλλά με πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις και με μεγάλη σπανιότητα.
Η κοινή του ονομασία είναι πιθανό να προέρχεται από την αρχαία ελληνική λέξη «σκαιός», όχι με την ευρύτερη έννοια του «σκοτεινός», αλλά εκείνου που αρέσκεται να συχνάζει στα σκαιώδη μέρη (σκοτεινά - υποφωτισμένα).
Όντως τις συννεφιασμένες ημέρες είναι πιθανότερη η κυκλοφορία και κατ' επέκταση ο εντοπισμός των ψαριών αυτών έξω από τη φωλιά τους και βέβαια αρέσκεται να κυκλοφορεί περισσότερο τις νυκτερινές ώρες, για την εξεύρεση της τροφής του.


Η επιλογή της φρίσσας.

Του Γιάννη Παπαθανασίου

Η επιλογή της φρίσσας.

Το λοιπόν για δόλωμα και το εξεπιτούτου πάστωμά της εκείνη την συγκεκριμένη εποχή, δεν ήταν τυχαίο, μιας και μπορούσαν να την δολώνουν ολόφρεσκη αν έπρεπε, βρίσκοντάς την σε καθημερινή βάση και μάλιστα για πέταμα, χωρίς να έχουν υποχρέωση σε κανέναν και βασικά χωρίς να δίνουν χρήματα. Δώσε βάση στην πενιά και κάτσε σκέψου. Το ψαροδόλι αυτό γενικότερα είχε από κείνα τα χρόνια μια εξέχουσα θέση ανάμεσα στα δολώματα που οι ψαράδες αρέσκονται ως σήμερα να λένε πως κάνουν για την σπουδαία και βασιλική κορωνάτη.

Η φρίσσα ήταν και παραμένει το πασπαρτού για όλες τις ζημιές. Όχι μόνο για τις τσιπούρες. Το εν λόγω ψαροδόλι στο πέρασμα των χρόνων και στην σκιά της μετάλλαξης του ψαρέματος, κράτησε σταθερά τις αξίες του παραγκωνίζοντας σε βάθος χρόνου δολώματα υπερτιμημένα μεταφορικά ή κυριολεκτικά.

Δολώματα που διαφημίστηκαν με υπερβάλλοντα ζήλο από τους ειδικούς της ψαράδικης μόδας και δημιούργησαν στάτους και κανόνα ψαράδικο.

Πας για τσιπούρες; Μπακλαβά! Για μελανούργια; Σπλινάντερο! Κάπως έτσι και τα όσα έφερε η μετάλλαξης, γνωστά πλέον σε όλους μας.

Σήμερα η φρίσσα δεσπόζει περίοπτα πανάκριβη στις ψαραγορές και προβλέπω ο κοσμάκης εντός ολίγων χρόνων, να τηγανίζει και τις φυκιάδες, ακολουθώντας βίγκαν και ταυτόχρονα γκουρμέ γαστρονομικές αξίες, που όπως και το ψάρεμα απλά έγιναν της μόδας. Έφτασε – έφτασε συν τω χρόνω και οι ψαράδες κάνανε στροφή απ’ τα πανάκριβα δολώματα και το ξεψίλιασμα στα πορτοφόλια τους και λέγε – λέγε στράφηκαν δοκιμάζοντας και άλλα ως πρότινος υποδεέστερα.

Όμως κάπως αργά, μιας και σήμερα η φρίσσα το υποδεέστερο όλων, πουλιέται το κιλό όσο το ένα πέμπτο του μεροκάματου! Βέβαια αν έχεις άκρες σε αλιευτικά σκάφη, την δουλίτσα σου κουτσά στραβά θα την κάνεις, όμως ακόμα και για τους επαγγελματίες σήμερα που μιλάμε, τα πράγματα έχουν αλλάξει δραματικά σε σημείο να ξεδιαλέγουνε ψάρια κι απ’ την κουβέρτα! Πράμα που για όσους γνωρίζουν τι ακριβώς λέω, σημαίνει χέσε μέσα Πολυχρόνη που δε γίναμε ευζώνοι...

Ήτοι, όπως έλεγε κι ένας φρεσκοκαπετάνιος της κακιάς ώρας «η φρίσσα έχει λεφτά, δεν είναι για δόλωμα!!!». Ταυτόχρονα η υπεραλίευση καλά κρατεί και σε λίγο κάτι τέτοιοι καπεταναίοι θα κλαίνε με μαύρο δάκρυ. Μαζί με τα γαβριά και την ανύπαρκτη πλέον σαρδέλα, εξαφανίσθηκε ολοσχερώς και η φρίσσα, και ασχολιόμαστε πλέον με το μέτρημα της παπαλίνας στο μπόι, αν μπορούμε να τη βαφτίσουμε σαρδέλα.

 Τα πήρε όλα και τα σήκωσε και κοντά σ’ αυτά οσονούπω, θα πάρει και θα σηκώσει και όσους ασύστολα βιαιοπραγούν στη θάλασσα είτε επικαλούμενοι το μεροκάματο, είτε γιατί είναι κόπανοι. Και δόξα το Θεό στο σινάφι μας υπάρχουνε ουκ ολίγοι.

Το κακό είναι πως κάθε φορά μαζί με τα ξερά καίγονται και τα χλωρά και η τιμωρία όλων μας, μηδενός εξαιρουμένου, θα έρθει κάποτε δια θαλάσσης.

«Kατανοώ ότι τις περισσότερες φορές δεν γίνομαι ευχάριστος. Βασικά δεν θέλω να είμαι ευχάριστος! Προτιμώ για το χώρο να είμαι χρήσιμος.»

Έτσι λοιπόν σε τόπους και περάσματα μυστικά, που η φρίσσα αυγάτιζε και κοντά σ’ αυτήν αυγάτιζαν και τα λέσα, ήμερα και κυρίως άγρια, ξημερωβραδιάζεσαι ατουφέκιστος! Οι εποχές άλλαξαν. Τα χρόνια άλλαξαν. Οι ψαροσύνες άλλαξαν κι αυτές. Τώρα πια, καθώς τελειώνει το ψάρεμα, η φρίσσα που περίσσεψε δεν πάει στη θάλασσα μπασμός για την επόμενη φορά όπως συνηθίζαμε παλιότερα.

Σακουλιάζεται, αλατίζεται και κανακεύεται να βγάλει ακόμα μιαν εξόρμηση και πάει λέγοντας. Μη σου πω ευκολότερα βρίσκεις σήμερα γαύρο παρά φρίσσα!

Θυμάμαι παλιά τους έλεγα «παιδιά άμα είναι μεγάλες δε τις θέλω, κρατάτε τις για τα σκυλιά!!!». Τώρα; Μικρές μεγάλες μάλαμα και κάνω και το σταυρό μου για μη χειρότερα! Πέρσι μεσοκαλόκαιρα κάνει μια σία ένα γρι – γρι εκεί μπροστά στη μπούκα και μου πετάει έξω πεντέξι μισόκιλες και βάλε. Παλούκια σκέτα! Σα φρατζόλες! Τέσσερις δολωσιές πολλάγκιστρες καθεμιά τους χωρίς τα κεφάλια.

Μη γελάς. Έβγαλα ψάρια εκείνο το πρωί! Εδώ που τα λέμε θέλει και λίγη μαστοριά να την δολώσεις άμα είναι τόση, μα έτσι κι έχουνε πάρει τα χέρια σου γραμμή και συνήθειο να παλεύεις με τα ψαροδόλια, δεν ιδρώνει ο σβέρκος σου!

Άμα είναι κοτσάνι της ώρας η φρίσσα και μεγάλη και θες να τη δολώσεις σωστά, πρέπει να τη χαράξεις επιδερμικά με ένα κοφτερό μαχαίρι να πάει μέσα στις χαρακιές να κάτσει η αρματωσιά για να καργάρεις και να μην σου γλιστρήσει με το πέταγμα και ξεδιπλωθεί. Όλα θέλουν τον τρόπο και το χρόνο τους.

ΚατηγορίαΨΑΡΟΔΟΛΙΑ
Print
Back To Top