Τσιπούρα

Η τσιπούρα (επιστημονική ονομασία: Sparus aurata - Σπάρος ο χρυσόχρους) είναι ψάρι της οικογένειας των Σπαρίδων που απαντά στην Μεσόγειο και στις ακτές του βορειοανατολικού Ατλαντικού.
Η τσιπούρα έχει συνήθως μήκος 30-35 εκατοστά, αν και έχουν βρεθεί ψάρια με μήκος 70 εκατοστά. Η βαρύτερη τσιπούρα που έχει αλιευθεί είχε βάρος 17,2 κιλά. Η μεγαλύτερη καταγεγραμμένη ηλικία τσιπούρας είναι (σε αιχμαλωσία) 11 έτη. Έχει ασημένιο χρώμα με μια χαρακτηριστική μαύρη κηλίδα στο τέλος του βραγχιακού επικαλύμματος. Επίσης, χαρακτηριστικό είναι και το χρυσό τόξο που ενώνει τα μάτια, πιο έντονο στα ενήλικα ψάρια, και έδωσε στην τσιπούρα το όνομα «χρυσόφρυς». Υπάρχει μια κόκκινη γραμμή στο όριο του κάτω μισού του βραγχιο-καλύμματος. Η τσιπούρα έχει έντονα κυρτό προφίλ, οβάλ και ψηλό σώμα.


Casting - Παράμαλλο, Tο Mακρύ του και το Kοντό του!

Του Αντώνη Λαγουταρέλλη

Casting - Παράμαλλο, Tο Mακρύ του και το Kοντό του!

Σε μικτό βυθό με παράμαλλο 0,26 χιλ. και μήκος περίπου 80 εκ.

Το παράμαλλο είναι ένα από τα σημαντικότερα κομμάτια του εξοπλισμού και πιο συγκεκριμένα της αρματωσιάς μας. Μιλάμε για αυτό το κομμάτι πετονιάς, το οποίο συνδέει το αγκίστρι με την υπόλοιπη αρματωσιά και είναι αυτό που έρχεται σε άμεση επαφή με το ψάρι.

Αυτό λοιπόν το κομμάτι πετονιάς, φέρει το βάρος της ευθύνης για κάθε επιτυχημένη ή αποτυχημένη σύλληψη κάποιου ψαριού. Τώρα όσον αφορά τις αποτυχίες, τις περισσότερες φορές ευθυνόμαστε εμείς παρά η πετονιά, αφού εμείς επιλέγουμε την ποιότητα αλλά και την διάμετρο της πετονιάς που θα χρησιμοποιήσουμε. Βέβαια υπάρχουν και περιπτώσεις που δεν ευθύνεται κανείς και μιλάω για αυτές που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ψάρια με πολύ κοφτερά δόντια, όπου καμία πετονιά δεν μπορεί να ανταπεξέλθει. Επίσης η σωστή επιλογή του παράμαλλου θα παρουσιάσει το δόλωμα μας πιο φυσικά μέσα στο βυθό ώστε να μην βρίσκεται μπερδεμένο και πονηρεύει τα ψάρια.

Σε δύσκολους βυθούς με βράχια ένα παράμαλλο με μεγάλη διάμετρο, παρέχει ασφάλεια μέχρι το ψάρι να έρθει στην ακτή.

Σε αυτή την περίπτωση δεν έχουμε να κάνουμε μόνο με την διάμετρο αλλά και με το μήκος που θα επιλέξουμε. Όπως καταλαβαίνετε η επιλογή του σωστού παράμαλλου είναι κάτι που σίγουρα δεν μπορούμε να αφήσουμε στην τύχη. Οι παράγοντες που θα κρίνουν την σωστή επιλογή του είναι πολλοί, έχουν να κάνουν με τις καιρικές συνθήκες, με την μορφολογία του βυθού και με τα ψάρια που έχουμε να αντιμετωπίσουμε. Όλα τα παραπάνω αποτελούν κάποιους από τους κύριους λόγους που η επιλογή του σωστού παράμαλλου δημιουργεί πολλά ερωτήματα και προβληματισμούς σχεδόν σε όλους τους ψαράδες, από τους αρχάριους μέχρι και τους πιο έμπειρους.

Μακριά παράμαλλα

Τα μακριά παράμαλλα είναι αυτά που χρησιμοποιούνται λιγότερο από τους ψαράδες για διάφορους λόγους. Κάποιοι από αυτούς είναι, είτε γιατί δυσκολεύονται κατά την ρίψη, είτε γιατί τους μπερδεύονται, ακόμη και γιατί δεν τα εμπιστεύονται. Στην πραγματικότητα όμως τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά, ένα παράμαλλο με μεγάλο μήκος μπορεί να μας δώσει την λύση σε ένα δύσκολο ψαρότοπο. Ας δούμε όμως τα πράγματα πιο αναλυτικά. Ένα παράμαλλο θεωρείται μακρύ όταν το μήκος του ξεπερνά το ένα μέτρο, ενώ κάποιες φορές μπορεί να φτάνει και 2,5 μέτρα.

Πρωινό ψάρεμα σε παραλία με καθαρά και ρηχά νερά. Σύμμαχος μου το λεπτό παράμαλλο.

Ένας από τους λόγους που μας κάνει να χρησιμοποιήσουμε ένα τέτοιο παράμαλλο, είναι όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε παραλίες με πολύ μικρό βάθος που κάποιες φορές δεν ξεπερνά το 1,5 μέτρο με καθαρούς βυθούς που αποτελούνται κυρίως από άμμο, χαλίκι και βότσαλο, με το παραμικρό ίχνος σκαλώματος. Ένας ακόμη λόγος που απαιτείται η χρήση του, είναι όταν ψαρεύουμε κατά την διάρκεια της ημέρας σε περιοχές που διαθέτουν πολύ καθαρά νερά και υπάρχει μεγάλη διαύγεια. Πολλοί πιστεύουν ότι σε τέτοιες περιοχές δεν υπάρχουν ψάρια, αντιθέτως όμως η ιστορία άλλα έχει δήξει και χωρίς να είναι λίγα τα περιστατικά με ψάρια όπως λαυράκια και τσιπούρες να έχουν πιαστεί σε πολύ ρηχά νερά. Αυτό που επιτυγχάνουμε είναι, να βρίσκεται το δόλωμα μας μακριά από τα υπόλοιπα αξεσουάρ της αρματωσιάς μας (π.χ. μολύβι), που μπορεί να προκαλέσουν δυσπιστία σε κάποια πονηρή τσιπούρα, ενώ θα του χαρίσει καλύτερη κίνηση και παρουσία μέσα στο βυθό.

Αντίθετα ένα κοντό παράμαλλο δεν θα προσφέρει την διακριτικότητα που απαιτείται σε τόσο δύσκολες καταστάσεις. Όπως προανέφερα η μορφολογία της εκάστοτε περιοχής δεν είναι το μοναδικό κριτήριο για να χρησιμοποιήσουμε ένα πολύ μακρύ παράμαλλο. Οι καιρικές συνθήκες είναι ένας ακόμη παράγοντας τον οποίο θα πρέπει να υπολογίσουμε. Ψαρεύοντας σε απόλυτη μπουνάτσα δεν έχουμε να αντιμετωπίσουμε κανένα απολύτως πρόβλημα ώστε να ψαρέψουμε ακόμα και με ένα παράμαλλο μήκους 2 μ., αφού η πετονιά μας στέκεται απλωμένη στο βυθό. Αντίθετα όταν η θάλασσα είναι φουρτουνιασμένη, τότε τα μπερδέματα είναι αναπόφευκτα και το ψάρεμα μας παύει να είναι αποδοτικό. Ένα προτέρημα που θα μας προσφέρει ένα παράμαλλο μεγάλου μήκους, είναι η δυνατότητα να παλέψουμε ένα μεγάλο ψάρι πολύ πιο εύκολα. Δηλαδή, ένα παράμαλλο με μήκος 60 εκ. και διάμετρος 0,28 χιλ., διαθέτει μικρότερη ελαστικότητα από ένα αρκετά μακρύτερο που το μήκος του θα φτάνει το 1,5 μ. Αυτό οφείλεται στην ελαστικότητα που διαθέτει η πετονιά, που έχει σαν αποτέλεσμα όσο πιο πολύ μεγαλώνει το μήκος να αυξάνεται και η ελαστικότητα.

Για το ψάρεμα της τσιπούρας, το μακρύ παράμαλλο είναι αναντικατάστατο.

Αυτό δεν σημαίνει ότι όσο πιο μεγάλο είναι το παράμαλλο, αντέχει για περισσότερα κιλά, απλά μεγαλώνει η ανοχή του υλικού με αποτέλεσμα να μπορεί να αποσβήνει τα κεφάλια του ψαριού. Έτσι μπορούμε ακόμα και να μειώσουμε την διάμετρο των παράμαλλων, κάτι που θα μας χαρίσει μεγαλύτερη διακριτικότητα, χωρίς να αντιμετωπίσουμε κανένα απολύτως πρόβλημα, ακόμα και αν έχουμε να κάνουμε με ένα μεγάλο ψάρι. Ένα από τα προβλήματα που συναντάμε σε αρματωσιές με μακριά παράμαλλα, έχει να κάνει με το θέμα της ρίψης. Κατασκευάζοντας αρματωσιές με εξαρτήματα που θα συγκρατήσουν το παράμαλλο σταθερό στην θέση του ( bait clip ) μέχρι αυτό να πέσει στο νερό και στην συνέχεια να απελευθερωθεί, το πρόβλημα λύνεται οριστικά.

Κοντά παράμαλλα

Η χρήση και η λειτουργία ενός παράμαλλου με μικρό μήκος είναι εντελώς διαφορετική. Για κάποιο λόγο έχει καθιερωθεί από την μεγαλύτερη μερίδα ψαράδων, κάτι που πιστεύω οφείλεται στο ότι είναι εύχρηστο και απροβλημάτιστο. Ένα παράμαλλο θεωρείται κοντό όταν το μήκος του κυμαίνεται από 30 έως και 60 εκ. Βαθιά νερά με ισχυρά ρεύματα και βυθοί με άγρια μορφολογία που διαθέτουν πολλά σκαλώματα, είναι αδύνατον να ψαρευτούν με οποιοδήποτε άλλο τρόπο χωρίς την χρήση κοντού παράμαλλου. Πρόκειται για έναν βασικό κανόνα που θα πρέπει να εφαρμόσουμε όταν ψαρέψουμε με την τεχνική του rock fishing, αν θέλουμε να έχουμε περισσότερες επιτυχίες παρά αποτυχίες.

Το κοντό παράμαλλο θα μας προσφέρει ακαριαίο κάρφωμα. Ότι ακριβώς χρειάζεται για το ψάρεμα του σαργού.

Ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα που μας προσφέρει είναι η αποφυγή σκαλωμάτων του αγκιστριού μας στο βυθό σε σχέση με ένα μακρύ παράμαλλο, το οποίο εκτός το ότι μπορεί να μπλεχτεί πιο εύκολα, υπάρχει και ή περίπτωση να τραυματιστεί σε κάποιο σημείο του όταν ακουμπάει στα βράχια και στην συνέχεια να κοπεί. Τα κοντά παράμαλλα εκτός από το rock fishing μπορούν να βρούνε τέλεια εφαρμογή και σε ψάρεμα από παραλία με ρηχά νερά ακόμη και σε καθαρούς βυθούς. Πιο συγκεκριμένα, όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε συνθήκες surf casting, εκεί όπου, τόσο ο εξοπλισμός αλλά και οι αρματωσιές πρέπει να είναι σχεδιασμένες να μπορούν να ανταπεξέλθουν σε τέτοιες καταστάσεις.

Εφοδιάζοντας τις αρματωσιές μας με κοντά παράμαλλα, είτε αυτές αποτελούνται από ένα αγκίστρι είτε από δύο, θα καταφέρουμε να αποφύγουμε τα μπερδέματα και το δόλωμα μας να βρίσκεται στην σωστή θέση. Αντίθετα έχοντας ένα αρκετά μακρύ παράμαλλο, αυτό λόγο του κυματισμού αλλά και των ρευμάτων που δημιουργούνται, αμέσως θα τυλιχτεί πάνω στον κορμό της αρματωσιάς ή στο μολύβι μας και δεν θα ψαρεύει σωστά. Εκτός από τα παραπάνω, εξίσου σημαντικό είναι, ότι προσφέρει άμεση ειδοποίηση της τσιμπιάς στο καλάμι και κατά συνέπεια σε εμάς, όπως επίσης και ακαριαίο κάρφωμα την στιγμή που τσιμπάει το ψάρι, χωρίς αυτό να προλάβει να αντιδράσει.

Όλα αυτά έχουν σαν αποτέλεσμα το παράμαλλο να δέχεται μεγάλες πιέσεις και μάλιστα ακαριαία και όχι προοδευτικά. Πρόκειται για ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζει κάθε πετονιά όταν έρχεται στα όρια. Για την αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος και να επιτύχουμε την ανάλογη αντοχή θα πρέπει να αυξήσουμε την διάμετρο. Αυτό οφείλεται στην ελαστικότητα που διαθέτει η πετονιά, που στην συγκεκριμένη περίπτωση επειδή το μήκος της είναι μικρό, δεν προσφέρει μεγάλα περιθώρια ανοχής.

 Χρήσιμες συμβουλές γα την προστασία των παράμαλλων 

  • - Πάντα επιλέγουμε παράμαλλα γνωστών εταιρειών έτσι ώστε να επιτυγχάνουμε την καλύτερη ποιότητα.
  • - Οι κόμποι που κατασκευάζουμε θα πρέπει να είναι απλοί και όχι πολύπλοκοι ώστε να τσακίζουν την πετονιά με αποτέλεσμα να κόβεται εύκολα.
  • - Επίσης θα πρέπει να ελέγχουμε το σημείο που οπού θα δέσουμε το παράμαλλο μας       (σύνδεσμος παράμαλλου), όπως επίσης και το αγκίστρι μας, ώστε να μην έχουν κάποιο αιχμηρό μικρό εξόγκωμα, που θα είναι η αιτία να κοπεί εύκολα η πετονιά μας.
  • - Κάθε φορά που βγάζουμε την αρματωσιά μας από την θάλασσα, ελέγχουμε το παράμαλλο σε όλο του το μήκος, για τυχόν γδαρσίματα. Ενώ σε περίπτωση που εντοπίσουμε ότι σε κάποιο σημείο έχει γδαρθεί, ή αν η λεία επικάλυψη της πετονιάς έχει δεν υπάρχει, ακόμη και αν είναι κατσαρωμένο, το αντικαταστούμε χωρίς δεύτερη σκέψη.
  • - Τα καρούλια που περιέχουν την πετονιά που χρησιμοποιούμε για την κατασκευή των παράμαλλων, θα πρέπει να βρίσκονται αποθηκευμένα έτσι ώστε να μην έρχεται σε επαφή με τον ήλιο, γιατί ακόμα και η πετονιά αν έχει προδιαγραφές UV καταστρέφεται με τον καιρό.
  • - Επίσης σε περίπτωση που βραχεί ή πέσει το καρούλι στην θάλασσα το ξεπλένουμε αμέσως με θαλασσινό νερό. Η παραμονή του θαλασσινού νερού για μεγάλο χρονικό διάστημα πάνω στην πετονιά την καταστρέφει. Για αυτό καλό θα είναι να μην χρησιμοποιούμε παράμαλλα από προηγούμενα ψαρέματα, αλλά να τα αντικαταστούμε με καινούρια σε κάθε ψάρεμα. 
ΚατηγορίαΤΕΧΝΙΚΗ
Print
Back To Top